«Υπόγεια» τροπολογία δυναμιτίζει την εύρυθμη λειτουργία των Δ.ΙΕΚ και
απαξιώνει κάθε έννοια του θεσμού της κατάρτισης.
Σε ανύποπτο χρόνο και νομοσχέδιο, στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Εθνικός Μηχανισμός Συντονισμού, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Πολιτικών Κοινωνικής Ένταξης και Κοινωνικής Συνοχής, Ρυθμίσεις για την Κοινωνική Αλληλεγγύη και Εφαρμοστικές Διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α’ 85)» Θέμα: «Εξορθολογισμός της επιλογής των εκπαιδευτών στις δομές της Διά Βίου Μάθησης μέσω αυτοματοποιημένου συστήματος»
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ: «Η επιλογή των εκπαιδευτών γίνεται από τον εκάστοτε φορέα που ανήκει στο δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στον οποίο αναθέτει η Γ.Γ.Δ.Β.Μ. την υλοποίηση των προγραμμάτων της.»
Σε αρχική ανάγνωση η τροπολογία δεν είναι τίποτα άλλο από
μία ακόμα «βόμβα» στα θεμέλια των ΔΙΕΚ μετά από αυτήν της διαθεσιμότητας
καθηγητών από την δευτεροβάθμια στα ΔΙΕΚ.
Τροπολογία η οποία
δεν εξυπηρετεί απολύτως κανένα λειτουργικό σκοπό, αντιθέτως θα επιφέρει άλλη
μια αναστάτωση και δυσλειτουργία στην εκπαιδευτική δομή του κάθε ΔΙΕΚ. Επιεικώς
χαρακτηρίζεται ως απαράδεκτη.
Αγνοώντας κάθε έννοια των ειδικών απαιτήσεων, δεξιοτήτων,
προσόντων ανά ειδικότητα και μάθημα τα
οποία πρέπει να συγκεντρώνει ο εκπαιδευτής ενηλίκων. Εντάσσει την όλη
διαδικασία επιλογής σε μία καθαρά
δημοσιονομική αντίληψης διαδικασία που ως αποτέλεσμα θα έχει την σύγχυση στην
ποιότητα του παρεχόμενου έργου της κατάρτισης.
Αφαιρεί και την ελάχιστη δυνατότητα από τα ΔΙΕΚ (μέσω της
τριμελούς) να αξιολογούν και να επιλέγουν τους εκπαιδευτές τους συνεκτιμώντας
το έργο, τις συμπεριφορές και τις δεξιότητες ειδικά όταν πρόκειται για
εργαστηριακά και εξειδικευμένα μαθήματα. Η επιλογή απλά και μόνο με τα τυπικά
προσόντα τα οποία στοιχειοθετούν αξιολογικούς πίνακες κατάταξης με μη δόκιμους
και ξεπερασμένους τρόπους μοριοδότησης, δεν αποτελούν εχέγγυο και δεν
τεκμαίρουν κατά κανόνα την ικανότητα ενός εκπαιδευτή να ανταποκριθεί στις
απαιτήσεις συγκεκριμένων μαθημάτων ανά ειδικότητα.
Η τροπολογία αφήνει έκθετα ερωτήματα τα οποία ζητούν
απάντηση:
-
Με
ποια αξιολογικά κριτήρια και από ποιους θα γίνεται η ανάθεση του κάθε μαθήματος
ανά ειδικότητα;
-
Ποιος
και πώς θα αποφασίζει για την κατανομή ως προς το σύνολο των ωρών που θα
ανατίθενται σε κάθε εκπαιδευτή;
-
Ποιος
θα αποφασίζει για λογαριασμό του εκπαιδευτή σε ποιο ΔΙΕΚ θα τοποθετείται;
Τελικά ποια είναι η επιδίωξη της συγκεκριμένης
τροπολογίας η οποία το μόνο που επιτυγχάνει,
συν επικουρικά και με το πλήθος των προβλημάτων που έχει δημιουργήσει η
διαθεσιμότητα από την δευτεροβάθμια, είναι η σχολειοποίηση της Επαγγελματικής
κατάρτισης.
Εύλογα προκύπτει το ερώτημα:
Θέλουμε ουσιαστική κατάρτιση και καταρτιζόμενους οι
οποίοι θα ανταποκρίνονται στις αυριανές ανάγκες και απαιτήσεις μιας σύγχρονα
αναπτυσσόμενης αγοράς; Ή απλά πασχίζουμε για την πρόσκαιρη διασφάλιση
ισορροπιών σε στατιστικούς πίνακες και κοινωνικές, ψηφοθηρικές πολιτικές;
Εάν τελικά το ζητούμενο είναι η ουσία και η αναβάθμιση
του θεσμού θα πρέπει να δοθεί στα ΔΙΕΚ μία στοιχειώδη αυτονόμηση ως προς την
διοικητική και οικονομική διαχείριση, φυσικά μέσα από κανόνες και την εποπτεία
του Υπουργείου, η οποία θα επιφέρει υγιή ανταγωνισμό, προς όφελος των
καταρτιζόμενων, της αγοράς, της κοινωνίας. Πρέπει κάποιοι τελικά να κατανοήσουν
ότι η εποχή του υδροκεφαλισμού έχει παρέλθει.
Η συγκεκριμένη τροπολογία πρέπει να αποσυρθεί άμεσα ώστε να μην δημιουργηθούν και άλλα
προβλήματα τα οποία προσθετικά με τα υπάρχοντα θα επιφέρουν περαιτέρω
αναστάτωση στην ομαλή λειτουργία των ΔΙΕΚ με ότι αυτό συνεπάγεται.
Δημήτρης Χαριλάου
ο Γραμματέας
Νεκτάριος Μπεχράκης